Aggelos Exaggelos
Άγγελοσ εξάγγελοσ μασ ήρθε από μακριά
Γερμένοσ πάνω σ' ένα δεκανίκι
Δεν ήξερε καθόλου μα καθόλου να μιλά
Και είχε γλώσσα μόνο για να γλείφει
Τα νέα που μασ έφερε ήταν όλα μια ψευτιά
Μα ακούγονταν ευχάριστα στ' αφτί μασ
Γιατί έμοιαζε μ' αλήθεια η κάθε του ψευτιά
Κι ακούγοντάσ τον ησύχαζε η ψυχή μασ
Έστησε το κρεβάτι του πίσω απ' την αγορά
Κι έλεγε καλαμπούρια στην ταβέρνα
Μπαινόβγαινε κεφάτοσ στα κουρεία και στα λουτρά
Και χάζευε τα ψάρια μεσ στη στέρνα
Και πέρασε ο χειμώνασ κι ήρθε η καλοκαιριά
Κι ύστερα πάλι ξανάρθανε τα κρύα
Ώσπου κατά το βραδάκι βρε τι του 'ρθε ξαφνικά
Κι άρχισε να φωνάζει με μανία
Τα πόδια μου καήκανε σ' αυτή την ερημιά
Η νύχτα εναλλάσσεται με νύχτα
Τα νέα που σασ έφερα σασ χάιδεψαν τ' αφτιά
Μα απέχουνε πολύ απ' την αλήθεια
Αμέσωσ καταλάβαμε τι πήγαινε να πει
Και του 'παμε να φύγει μουδιασμένα
Αφού δεν είχε νέα ευχάριστα να πει
Καλύτερα να μη μασ πει κανένα