Η μπαλάντα της Ιφιγένειας
Με πήρεσ κάποτε απ'το χέρι και δε σε ρώτησα πού πάμε
Σου είπα με σένα δε φοβάμαι μάνα καλή μάνα μου έρμη
Εσύ τον άντρα σου είχεσ χάσει κι εγώ είχα χάσει το γονιό μου
Και τότε μάνα καλέ μάνα τότε σε βάφτισα αρχηγό μου
Κλείδωσεσ δυο φορέσ το σπίτι μασ πήρεσ κι ήρθαμε στην πόλη
Σαν τα κοράκια πέσαν όλοι έτσι όπωσ σε είδαν φοβισμένη
Κι ακόνιζα παιδάκι πράμα τα νύχια μου και το μυαλό μου
Με μια τρεμούλα μ'ένα φόβο μη γκρεμιστεί ο αρχηγόσ μου
Κι άρχισαν να κυλούν τα χρόνια όπωσ το χρώμα στη βατίστα
Στην οικοκυρική μοδίστρα κι ο αδερφόσ μου στα καράβια
Η ελλάδα πήγαινε κι ερχόταν κι έγινε ο τρόμοσ καθεστώσ σου
Φοβήθηκα μη σε τσακίσουν και τότε έγινα αρχηγόσ σου
Και πάνω που άρχιζα να ορίζω ήρθε η αγάπη να με ορίσει
Και μπλέχτηκα στο αλισβερίσι οι αγάπεσ μ' έβαλαν στη μέση
Εσύ νοιαζόσουν μη πονέσω μα αυτέσ δε βλέπαν τον καημό σου
Κι όλεσ στο μάτι είχαν βάλει να ρίξουνε τον αρχηγό σου
Κι όταν με πήρε το τραγούδι ήμουν το στόμα των απόρων
Έγινα στόχοσ των εμπόρων και θύμα τησ πολυγνωσίασ
Πήγαν να τρίξουν τα θεμέλια δεν ήταν τ'αύριο πια δικό μου
Τότε ξανάπλωσεσ το χέρι και σε ξανάκανα αρχηγό μου
Τώρα χαμένη εγώ στουσ ήχουσ και λυτρωμένη εσύ χορεύεισ
Η μόνη εσύ που με πιστεύεισ σαν σου μιλώ μεσ στα τραγούδια
Τώρα αγαπώ μα δεν ορίζω τώρα δεν ψάχνω να βρω δίκια
Τώρα το δρόμο μου τον βρήκα γκρεμίστηκαν τ' αρχηγηλίκια