Aporia Maturna
Δυο άνθρωποι απόψε
Προσ τη λίμνη κοιτάζουν
Τα κεριά των γενεθλίων τουσ
Προσπαθώντασ να ανάψουν
Με τα μάτια τουσ
Μα επειδή τουσ χωρίζουν αποστάσεισ
Που οι ίδιοι δεν ορίζουν
Δακρύζουν
Τότε ο ένασ ψάχνει το γενέθλιο του χάρτη
Στο βιβλίο ενόσ διαβάτη
Μέσα στο πλοίο
Τα άστρα του κοιτάζει
Θέλει να τ’ αρπάξει
Και ο άλλοσ παραπατά
Γιατί μα γιατί
Στην ίσαλο γραμμή
Κάτι στην τσέπη του ψάχνει να βρει
Ήδη άστρα κοιτώντασ
Τα τσιγάρα του αγγίζει και τη φωτιά
Τα άστρα του θέλει να κάψει
Τα τσιγάρα του πάει ν’ ανάψει αντί για κεριά
Ποιοι έχουν τα γενέθλια τουσ
Απόψε
Το δικαίωμα τησ πιο προσωπικήσ
Γιορτήσ
Που δεν το ορίζουν και δακρύζουν
Έτσι στο τέλοσ θυμωμένοι και οι δυο
Εγκαταλείπουν θεσμό των κεριών
Και κυλάνε μέσα στη λίμνη σ’ εκείνο το υγρό
Που τουσ θυμίζει μια άγια νύχτα
Στη μήτρα
Και μετά ήλθε η πυξίδα πάντα ελπίδα
Ωσ εκεί μέσα τα έμβρυα τουσ
Θα συναντηθούν
Ποιοι έχουν τα γενέθλια τουσ
Απόψε
Ποιοι από εμάσ θα ξαναγεννηθούν