Των Ολυμπίων
Μέρα πνιγμένη στισ δροσιέσ
Η μάνα από τα λύμπια
Πηγαίνει στη βασιλική τη νύφη τησ και λέει
Ο μιχαήλησ ξέρω το εν θα ξανάρτει
Παντρέυτου κόρη μου σγοιόν είσαι στον αθθόν σου
Και πωσ το ξέρεισ μάνα πόθθεν έμαθέσ το
Λαλεί μου το η προαίστηση κοντεύκει τώρα χρόνοσ
Βγάζει τα μαύρα η κόρη και μπαίνει στ' άσπρα
Βασίζει σαν σε ξόδι για την εκκλησιά
Γεννά παιδί του δίνει τ' όνομα του νεκρού