Ο ταχυδρόμος
Κάθε πρωί όπου ξυπνώ
Τρέχω στην πόρτα και κοιτώ
Τρίτη κυριακή δευτέρα
Κι άλλη μια χαμένη μέρα
Πάνε κι έρχονται όλη μέρα
Τα βαπόρια και τα τραίνα
Ταχυδρόμε ανάθεμά σε
Μόνο εμένα δε θυμάσαι
Πιάνει ο κόσμοσ περιστέρια
Κι εγώ μένω μ' άδεια χέρια
Ίσωσ να ‘ναι και σταλμένο
Σ' άνθρωπο του φεγγαριού
Ή και παραπεταμένο
Σε μιαν άκρη τ' ουρανού
Γράμμα τέτοιο δεν λαβαίνεισ
Άδικα μη περιμένεισ
Δεν σου το ‘χουνε γραμμένο
Κι αν σου το ‘χουν πάει αλλού
Άλλοσ μένει εκεί που μένεισ
Και το δίνουν αυτουνού